Παρασκευή 27 Φεβρουαρίου 2015

Γι αυτούς  που αγαπούν  το  θέατρο  Ευγένιος  Βαχτάνγκοφ 
Δάσκαλος με καθαρή καρδιά

Είναι επιβεβλημένο οι ηθοποιοί να ξέρουν πώς να μιλούν.
Πάνω στη σκηνή και εκτός σκηνής. Μιλάω σημαίνει σκέπτομαι, βλέπω και ακούω τη ζωή, κατέχω το ισχυρότερο όπλο επί σκηνής, το όπλο της σκηνικής δράσης


Ο καλύτερος μαθητής, συνεργάτης και διάδοχός μου» ­ έτσι ονόμαζε ο ιδρυτής του Θεάτρου Τέχνης της Μόσχας Κ. Στανισλάβσκι τον Ευγένιο Βαχτάνγκοφ (1883-1922), που θεωρείται ένας από τους πατέρες του σύγχρονου πρωτοποριακού θεάτρου. Και όμως τώρα μόλις εκδίδεται εδώ (από τη «Μέδουσα») το βασικό βιβλίο που περιγράφει και αναλύει τη σκηνοθετική και διδακτική μέθοδο του μεγάλου ρώσου σκηνοθέτη: «Βαχτάνγκοφ,Μαθήματα σκηνοθεσίας και υποκριτικής», γραμμένο απ' τον μαθητή του, Νικολάι Γκόρτσακοφ (1898-1958). Τεράστια στάθηκε η επίδραση της διδασκαλίας του Βαχτάνγκοφ όχι μόνο στη Ρωσία (όπου ένα μοσχοβίτικο θέατρο φέρει το όνομά του) αλλά και στη Δύση και προπάντων στις ΗΠΑ, αφού η περιβόητη «μέθοδος» του νεοϋορκέζικου Ακτορς Στούντιο στηρίχθηκε στο «σύστημα» του Βαχτάνγκοφ. Τόσο ο Λη Στράσμπεργκ, καλλιτεχνικός διευθυντής του Ακτορς Στούντιο, όσο και ο συνιδρυτής του Ηλίας Καζάν θεωρούν το βιβλίο του Γκόρτσακοφ «το καλύτερο βιβλίο πάνω στη σκηνοθεσία».
Και ακριβώς από το Στούντιο αυτό προέρχεται ο έλληνας μεταφραστής του βιβλίου Ανδρέας Μανωλικάκης, ηθοποιός, σκηνοθέτης και επικεφαλής του Τμήματος Σκηνοθεσίας του Ακτορς Στούντιο στο Πανεπιστήμιο New School της Νέας Υόρκης.
Το βιβλίο προλογίζει ο Μάριος Πλωρίτης, αναπολώντας τον «Δάσκαλο με την καθαρή καρδιά», που η διδαχή του είχε γίνει οδηγός του Καρόλου Κουν και των συνεργατών του στο ξεκίνημα του Θεάτρου Τέχνης.
Προδημοσιεύουμε μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα από το βιβλίο του Γκόρτσακοφ:
«Είναι πραγματικά απίστευτο πόσο δεν εμπιστευόμαστε τους εαυτούς μας, πώς ψάχνουμε πάντα για προφήτες και δασκάλους! Αυτός είναι ένας από τους λόγους που η τέχνη μας είναι τόσο επίπονη και άχαρη. Κάποιοι, μάλιστα, υποστηρίζουν ότι γι' αυτά φταίει ο Στανισλάβσκι και η μέθοδος που δουλεύει. Στην πραγματικότητα, όμως, ο Στανισλάβσκι πάντα λέει ότι η τέχνη πρέπει να είναι ανάλαφρη και όμορφη στη φόρμα της και βαθιά στο περιεχόμενο. Κι εμείς τι κάνουμε; Αφήνουμε κατά μέρος το πρώτο μισό της σκέψης του και χανόμαστε στα "βάθη" μέχρι να βγάλουμε κάλους, για να μην πω μέχρι να πάθουμε ένα είδος ψυχολογικής κήλης. (...)
Η ουσία βρίσκεται στον τέλειο συνδυασμό φόρμας και περιεχομένου και όχι στο να παρουσιάζουμε τη φόρμα χωριστά από τις εσωτερικές σκέψεις και αισθήματα.
Είναι επιβεβλημένο οι ηθοποιοί να ξέρουν πώς να μιλούν. Πάνω στη σκηνή και εκτός σκηνής. Μιλάω σημαίνει σκέπτομαι, βλέπω και ακούω τη ζωή, κατέχω το ισχυρότερο όπλο επί σκηνής, το όπλο της σκηνικής δράσης. Και, τέλος, παραμένοντας συγχρόνως ο εαυτός της, η "μάσκα" (σ.σ.: το πρόσωπο της κομέντια ντελ' άρτε) πρέπει να ξέρει πώς να βρίσκει και πώς να χρησιμοποιεί ανάλαφρα (επιμένω, εξαιρετικά ανάλαφρα) χαρακτηριστικά γνωρίσματα σε μια ψυχολογική εικόνα, σ' ένα πρόσωπο ­ ομιλία, κίνηση και εμφάνιση. Πρέπει να κάνει χρήση στοιχείων που εντοπίζει σε άλλους ­ π.χ., συνήθειες (δεν εννοώ το ξύσιμο του πίσω μέρους του κεφαλιού), λεπτομέρειες στο κοστούμι, αγάπη για ορισμένα πράγματα (μπαστούνι, κουμπιά, γάντια). Με το που θα βρείτε αυτά τα "ανάλαφρα" γνωρίσματα, ενώ θα παραμένετε ο εαυτός σας, θα είστε διαφορετικοί και στα μάτια μας και στα δικά σας. (...)
Η επόμενη πρόβα με τις "μάσκες" έγινε μερικές μέρες αργότερα, και πήγαμε στο Στούντιο με ευχάριστη διάθεση, περιμένοντας να περάσουμε ακόμη μια διασκεδαστική βραδιά. Οι συνάδελφοί μας βγήκαν με αρκετή τόλμη κι έπαιξαν μια σειρά από lazzi (ήδη μέχρι τότε είχαμε αρχίσει να χρησιμοποιούμε την ορολογία της κομέντια ντελ' άρτε). Σ' ένα από αυτά, παρουσίασαν έναν κουρέα που ξύριζε έναν πελάτη και συγχρόνως φλέρταρε με μια κοπέλα απ' έξω από το τζάμι. Σ' ένα άλλο, ήταν ένας ατζαμής γιατρός που έβγαζε το δόντι ενός εύπιστου ασθενούς. (...)
Οι παραστάσεις των φίλων μας ήταν προσεκτικές και ειλικρινείς, αλλά για κάποιο λόγο ούτε ο Βαχτάνγκοφ ούτε εμείς τις βρίσκαμε αστείες. Δεν υπήρχε ανταπόκριση σε κανένα από τα γκαγκ τους. Ο Βαχτάνγκοφ άρχισε να γίνεται όλο και πιο σκυθρωπός, ενώ οι ηθοποιοί σιγά σιγά αποθαρρύνονταν και γίνονταν θαμποί.
"Πόσο ακόμα θα συνεχιστεί αυτό; ρώτησε ο Βαχτάνγκοφ. (...) Μήπως πιστεύετε ότι, από τη στιγμή που παραποιήσατε τον τρόπο της ομιλίας σας και "σκεφτήκατε" το θέμα σας, θα ήσασταν ικανοί να μεταδώσατε στους θεατές τον αθάνατο "πυρήνα" της θεατρικής τέχνης, ε; Χωρίς αμφιβολία, θα ενδιαφέρεστε πολύ να μάθετε τι είναι αυτός ο μυστηριώδης "πυρήνας" ­ αυτός ο "πυρήνας" που με απασχολεί και με εξαγριώνει τόσο πολύ; Λοιπόν, θα σας πω τι είναι. Είναι το "νέο". Αύριο, μπορεί να έχετε το ίδιο έργο, τους ίδιους χαρακτήρες, το ίδιο ντεκόρ, τους ίδιους διαλόγους και την ίδια "στιγμή". Ομως, παρ' όλα αυτά, η "στιγμή" δεν θα είναι η ίδια που είχατε χθες, γιατί το χθες έχει φύγει ανεπιστρεπτί!
Και το κοινό γι' αυτό το αθάνατο και πάντα "νέο" στοιχείο του θεάτρου ­ τον "πυρήνα" ­ έρχεται να δει το έργο. Για τον ηθοποιό, μια "στιγμή" μπορεί να είναι καλύτερη σήμερα, χειρότερη αύριο και υπέροχη μεθαύριο. Μα είναι περισσότερο το καινούργιο παρά η ποιότητα που μετράει (αν και είναι προτιμότερο, φυσικά, να είναι η "στιγμή" και λαμπερή, ή τουλάχιστον εμπνευσμένη!)". (...)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου